ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ



      Ρατσισμός είναι οι διακρίσεις που ασκεί ή προπαγανδίζει μια κοινωνική ομάδα, που είναι ή θέλει να είναι κυρίαρχη, σε βάρος άλλων φυλετικών, θρησκευτικών και κοινωνικών ομάδων που τις θεωρεί κατώτερες ή πιστεύει γενικά και αόριστα ότι αποτελούν απειλή.

Σύμφωνα με τα παραπάνω βασικά ο ρατσισμός διακρίνεται σε φυλετικό (διακρίσεις με κριτήριο το χρώμα), θρησκευτικό - πολιτισμικό  (διακρίσεις με κριτήριο τη θρησκεία, τα ήθη και έθιμα και τον τρόπο ζωής που υπαγορεύονται από το θρησκευτικό δόγμα) και Κοινωνικό (διακρίσεις με βάση την κοινωνική θέση και την οικονομική κατάσταση, το φύλο, τη μόρφωση, το επάγγελμα, τη σωματική ή νοητική ικανότητα, τη σεξουαλική συμπεριφορά και την εμφάνιση).

Ρατσισμός σημαίνει μηδενική ανοχή και απόρριψη της διαφορετικότητας. Δείγματα ρατσισμού είναι οι διακρίσεις που γίνονται σε βάρος σκουρόχρωμων, ρομά, οπαδών άλλων θρησκευτικών δογμάτων, μεταναστών, προσφύγων και γενικότερα σε βάρος ανθρώπων που η συμπεριφορά, το ιστορικό της ζωής τους ή η εμφάνισή τους αποκλίνει από τα συνήθη.

Τις περισσότερες φορές αυτή η έλλειψη ανοχής δεν εκφράζεται με βίαιο τρόπο αλλά με μια γενικότερη διάθεση υποτίμησης ενοχοποίησης, περιθωριοποίησης και αποκλεισμού που προσβάλλει και αδικεί τους αποδέκτες.

Τα αίτια των διακρίσεων είναι πολλές φορές ψυχολογικά. Υπάρχουν πολλοί ανάμεσά μας που διακατέχονται από ένα αίσθημα ανωτερότητας απέναντι σε συνανθρώπους τους που είναι διαφορετικοί και συγχρόνως έχουν τον αόριστο φόβο ότι κατά κάποιον τρόπο απειλούνται απ’ αυτούς. Αυτές οι  σκέψεις  τους οδηγούν σε μια επιθετική αυτοάμυνα.

Μια άλλη αιτία είναι η ημιμάθεια που αφήνει πρόσφορο το έδαφος σε γενικευτικές θεωρίες περί δήθεν φυσικής, γενετικής διαφοράς μεταξύ των ανθρώπων, μιας διαφοράς που δεν είναι αθώα, γιατί προσδιορίζει τη συμπεριφορά τους. Δυστυχώς στις ταραγμένες εποχές που ζούμε οι θεωρίες αυτές έχουν να επικαλεσθούν πολλά γεγονότα ως παραδείγματα. Για παράδειγμα μουσουλμάνους που επιδεικνύουν μια ακραία φανατική και ιδεοληπτική συμπεριφορά· ρομά, μετανάστες και πρόσφυγες που φιγουράρουν στα αστυνομικά δελτία· ανθρώπους με ποινικό ιστορικό που μετά από λίγο καιρό συλλαμβάνονται για βαρύτερο παράπτωμα· ανθρώπους με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά που καταλήγει σε εγκληματική βία. Ασφαλώς όλα αυτά τα παραδείγματα δεν είναι παρά εξαιρέσεις, αλλά είναι αρκετά πειστικά για απλούς ανθρώπους που δεν έχουν ιδιαίτερη παιδεία.
           
Υπάρχει βέβαια και το συμφέρον που κάνει πολλούς να δείχνουν μηδενική ανοχή στην διαφορετικότητα. Για παράδειγμα, μπορεί να αισθάνονται ότι αν κάποιοι «διαφορετικοί» δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα, οι ίδιοι θα απολάμβαναν περισσότερα. Ακόμη μπορεί να νιώθουν ότι αν κάποιος έχει την ταμπέλλα του διαφορετικού θα μπορούν ανενόχλητοι να τον εκμεταλλεύονται.

Οι συνέπειες του ρατσισμού είναι ολέθριες για τα θύματα και επικίνδυνες για την κοινωνία. Το άτομο-θύμα του ρατσισμού αισθάνεται προσβολή, καταρράκωση της προσωπικότητας και της αξιοπρεπείας του, απώλεια αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης, ανασφάλεια, πικρία, θυμό και διάθεση εκδίκησης.  Στην κοινωνία ενθαρρύνεται η κοινωνική αδικία και ανισότητα, παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος ο δογματισμός, ο φανατισμός και η βία, με λίγα λόγια ακυρώνεται η ουσία της δημοκρατίας.Γι’ αυτό μια πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο με συγκεκριμένη πολιτική.

Είναι αυτονόητο ότι λέγοντας συγκεκριμένη πολιτική δεν εννοούμε την δια νόμων κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων όλων των κατοίκων, γιατί αυτή ισχύει αλλά προφανώς δεν αρκεί. Η ουσιαστική αλλαγή θα έρθει από την παιδεία. Η παιδεία πρέπει να καταφέρει να περάσει στα νέα παιδιά το μήνυμα ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να είναι διαφορετικός, αλλά παρόλα αυτά είναι ίσος και συνεπώς έχει δικαίωμα να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο ως ίσος και την υποχρέωση να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο αυτό που μπορεί. Αυτό το σημαντικό μάθημα δεν διδάσκεται θεωρητικά, αλλά στην πράξη· μέσα από αθλητικές συναντήσεις, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και περιβαλλοντικές δράσεις, όπου στην ίδια ομάδα θα βρίσκονται και θα συνεργάζονται παιδιά διαφορετικά μεταξύ τους. Στο τέλος της μέρας τα παιδιά θα δουν, ακόμη και αν δεν το σχολιάσουν, πόσο χρήσιμη αποδείχτηκε η διαφορετικότητα κάποιου που μέχρι τότε κορόιδευαν ή απλά ανέχονταν. Αυτό το μήνυμα θα περάσει στην οικογένεια, στην γειτονιά, στην πόλη.

Δεν υπάρχει καλύτερο φάρμακο κατά της προκατάληψης από το να γνωρίσεις τον άλλο, τον «διαφορετικό» για να  καταλάβεις ότι και το διαφορετικό μπορεί να είναι ωραίο, ή τουλάχιστον όχι κακό. Δεν υπάρχει χρησιμότερο δίδαγμα από το να καταλάβεις ότι το πραγματικά κακό μπορεί να βρίσκεται και να είναι οπουδήποτε, ανάμεσα στα πιο οικεία και στα πιο κοντινά σου.


Αντί για άλλο επίλογο στο θέμα ας θυμηθούμε αυτό που έγραψε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ. «Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους, ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός. Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε κανείς για να αντισταθεί μαζί μου».